
“Ma soprattutto ci vuole coraggio
a trascinare le nostre suole
da una terra che ci odia
ad un’altra che non ci vuole“
[Ivano Fossati]
Il richiamo è stato troppo forte, non ho potuto resistere. Fatta la seduta di chemioterapia giovedì pomeriggio, di notte sono partito. Sono arrivato venerdì alla sera, a Steccato di Cutro, un posto abbandonato, case diroccate e strade piene di buchi con cumuli di masserizie in mezzo. Poi la spiaggia.
Non ho potuto non andarci. Buio, qualche lumino vicino a croci fatte con i resti del caicco. Oggetti, vestiti, legname. Una spiaggia che non ti lascia andare, cammini, guardi, cammineresti per ore, la fatica si sente, ma più forte senti quella calamita che ti trattiene, fatta di dolore sofferenza, si appiccica entra ferisce, ma non riesci a farne a meno è tua fa parte del sentire collettivo o almeno così lo percepisco. Mi annichilisce, si impradonisce di me.

Piango. Odio. Odio mosso d’amore per chi non ho conosciuto ma è come se fossimo sempre stati assieme. Come se avessimo condiviso un percorso che nella diversità si è incontrato nella tragedia. È odio di classe. Io vi odio. Perché la lotta di classe non è mai stata così intensa, solo che è unidirezionale. Dall’alto verso il basso. Colpisce i poveri, chi è costretto a scappare dal proprio Paese, chi è occupabile ma probabilmente non sarà mai occupato, chi è giovane, chi è diverso dal senso comune del ceto medio benpensante, chi vuole futuro ma è costretto a vivere un presente infinito perché il futuro è finito.
È una guerra, e noi siamo quelli che con le proprie vite la pagano, loro con i loro conti in banca la incassano. Voi fascisti, mai morti. Razza padrona sempre pronta a schiavizzare, volete braccia vi arrivano persone. Quando arrivano. Pane e coraggio contro insaccati e vigliaccheria. Ministro dell’inferno, sacerdoti di speranza in fuga dall’inferno. Vi accanite ma la vita è sempre più forte, anche quando muore.
In questa notte su questa spiaggia ho rinnovato il mio destino. Vi sarò sempre contro perché assieme a tante e tanti proviamo a costruire un altrove. Voi fate morire a decine, noi tentiamo di salvare anche solo una vita. Una sola, perché è quella che farà la differenza.
Alima, Kaliff, Richard, Sofia, due anni, nove, trenta, sei mesi. Noi, assieme ad altre centinaia, abbiamo avuto la fortuna di incontrarle queste vite, in mezzo al Mediterraneo e farle salire sulla Mare Jonio, e questo non potrete mai togliercelo. Questo è quello che ci fa continuare. Questo è quello che ci fa amare. Questo è. E ancora e ancora e ancora.
[Articolo in greco]
Το κουράγιο σας, η δειλία τους και η δική μας αγάπη [Alessandro Metz]
«Μα πάνω από όλα χρειάζεται κουράγιονα σέρνουμε τα πόδια μαςαπό μια χώρα που μας μισείσε μιαν άλλη που δεν μας θέλει»[Ivano Fossati]Το κάλεσμα ήταν πολύ δυνατό, δεν μπορούσα να αντισταθώ. Αφού έκανα τη χημειοθεραπεία το απόγευμα της Πέμπτης, το βράδυ έφυγα. Έφτασα την Παρασκευή το βράδυ, στο Steccato di Cutro, ένα εγκαταλελειμμένο μέρος, με ερειπωμένα σπίτια και δρόμους γεμάτους τρύπες με σωρούς από οικιακά είδη στη μέση.
Μετά, η παραλία.Δεν μπορούσα να μην πάω εκεί. Σκοτάδι, λίγα κεριά κοντά σε σταυρούς φτιαγμένους με ό,τι απέμεινε από το καΐκι. Αντικείμενα, ρούχα, ξύλα. Μια παραλία που δεν σε αφήνει να φύγεις, περπατάς, κοιτάς, θα περπατούσες με τις ώρες, νιώθεις την κούραση, αλλά νιώθεις πιο δυνατό αυτόν τον μαγνήτη που σε κρατάει, είναι φτιαγμένος από πόνο, βάσανα, κολλάει πάνω σου, μπαίνει μέσα σου, πληγώνει, αλλά δεν μπορείς να μην το κάνεις, είναι δικό σου, είναι μέρος του συλλογικού συναισθήματος ή έτσι το αντιλαμβάνομαι εγώ. Με εκμηδενίζει, με κυριεύει.
Κλαίω. Μισώ. Το μίσος μου κινάει από την αγάπη για όσους δεν έχω γνωρίσει, αλλά είναι σαν να ήμασταν πάντα μαζί. Σαν να είχαμε μοιραστεί μια διαδρομή που μέσα στη διαφορετικότητα συνάντησε την τραγωδία. Είναι ταξικό μίσος. Εγώ σας μισώ. Γιατί η ταξική πάλη ποτέ δεν ήταν τόσο έντονη, μόνο που είναι δρόμος μονής κατεύθυνσης. Από τους από πάνω προς τους από κάτω. Πλήττει τους φτωχούς, αυτούς που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τη χώρα τους, εκείνους που είναι απασχολήσιμοι αλλά πιθανότατα δεν θα απασχοληθούν ποτέ, εκείνους που είναι νέοι, εκείνους που διαφέρουν από την κοινή λογική των «ορθώς σκεπτόμενων» της μεσαίας τάξης, αυτούς που θέλουν ένα μέλλον αλλά αναγκάζονται να ζήσουν ένα διαρκές παρόν γιατί το μέλλον έχει τελειώσει.
Είναι πόλεμος, και είμαστε εμείς που τον πληρώνουμε με τη ζωή μας, αυτοί τον εξαργυρώνουν με τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς. Εσείς φασίστες, ποτέ νεκροί. Κυρίαρχη ράτσα πάντα έτοιμη να υποδουλώσει, θέλετε μπράτσα, και φτάνουν άνθρωποι. Όταν φτάσουν. Ψωμί και κουράγιο ενάντια στα κέρδη και τη δειλία. Υπουργός της κόλασης, ιερείς της ελπίδας που το σκάνε από την κόλαση. Εξοργίζεστε αλλά η ζωή είναι πάντα πιο δυνατή, ακόμα κι όταν πεθαίνει.Αυτή τη νύχτα σε αυτή την παραλία ανανέωσα τη μοίρα μου. Θα είμαι πάντα εναντίον σας γιατί μαζί με πολλές και πολλούς προσπαθούμε να φτιάξουμε ένα αλλού. Σκοτώνετε δεκάδες, εμείς προσπαθούμε να σώσουμε έστω και μία ζωή. Μόνο μία, γιατί αυτή θα κάνει τη διαφορά.
Alima, Kaliff, Richard, Sofia, δύο χρονών, εννέα χρονών , τριάντα χρονών, έξι μηνών. Εμείς, μαζί με εκατοντάδες άλλους, είχαμε την τύχη να συναντήσουμε αυτές τις ζωές στη μέση της Μεσογείου και να τους ανεβάσουμε στο Mare Jonio, και αυτό δεν θα μπορέσετε ποτέ να μας το πάρετε. Αυτό είναι που μας κάνει να συνεχίζουμε.Αυτό είναι που μας κάνει να αγαπάμε. Αυτό είναι. Ξανά και ξανά και ξανά
[Traduzione di Kalliopi Rapti]
GRAZIE ALESSANDRO, le tue parole aiutano a tirare fuori la rabbia, una rabbia necessaria a non farci mai perdere di vista la disumanità di chi ci governa, che ci circonda.